«Το Χάνι της Γραβιάς και αι τελευταίαι ημέραι του Οδυσσέως Ανδρούτσου»: Η πρώτη ταινία για την ελληνική επανάσταση

Το 1928 παρουσιάστηκε και μια δεύτερη ελληνική ταινία. Ήταν το «Χάνι της Γραβιάς και αι τελευταίαι ημέραι του Οδυσσέως Ανδρούτσου», η πρώτη ελληνική ταινία με θέμα την επανάσταση του 1821, που πρωτοπροβλήθηκε – αυτό κι αν είναι έκπληξη! – στον κινηματογράφο «Αργυλλά» του Βόλου από 21 έως 23 Δεκεμβρίου.

Η σκηνοθεσία ήταν του Δημήτρη Καμινάκη και η παραγωγή της θεσσαλονικιώτικης εταιρίας «Ηρώ Φιλμ Νέας Ελλάδος». Πιθανότατα υπήρχε κάποια σύνδεση με την «Ηροφίλμ», που το Σεπτέμβριο του 1926 κινηματογράφησε μια εκδρομή του Οδοιπορικού Συνδέσμου από τη Βέροια στη Φλώρινα (από το ξεκίνημα του ταξιδιού με το τρένο μέχρι τους παιάνες της φιλαρμονικής Φλώρινας κατά την υποδοχή των ταξιδιωτών και τους στρατιωτικούς αγώνες στο Γυμναστήριο της πόλης με την παρουσία μουσικής από τις φρουρές Βέροιας και Φλώρινας).

Ως προς τον κινηματογραφικό «Ανδρούτσο», η εταιρία παραγωγής είχε αυτογνωσία για το αποτέλεσμα που παρουσίαζε επί της οθόνης, γι’ αυτό και ξεκαθάριζε: «Δεν παρουσιάζομεν Σούπερ φιλμ μεγάλου και φημισμένου εργοστασίου, δεν παρουσιάζομεν ταινίαν εκατομμυρίων αξίας. Παρουσιάζομεν όμως την πρώτην ελληνικήν ταινίαν ελληνικής καθαρά υποθέσεως, ταινίαν των προγόνων μας που χάριν αυτών καυχόμεθα ότι είμεθα κράτος».

Το σενάριο βασίστηκε στις γραπτές διηγήσεις του Άγγλου φιλέλληνα Εδουάρδου Τρελλώνη. Ξεκινούσε με την κάθοδο του τουρκικού στρατού στη Στερεά Ελλάδα το 1821 και τη μάχη της Γραβιάς και συνέχιζε σε γεγονότα από το 1823 και μετά: η οχύρωση του Οδυσσέα Ανδρούτσου στο απροσπέλαστο σπήλαιο του Παρνασσού (το «Κωρύκειον Άντρον»), όπου η αδερφή του Ανδρούτσου, Ταρσίτσα, ερωτεύτηκε τον Τρελώνη, πώς ο Ανδρούτσος εξαπάτησε τον Ομέρ Μπέη της Καλαμάτας ψευδοσυμμαχώντας μαζί του με σκοπό να σώσει το στρατό των επαναστατών της ανατολικής Στερεάς, η παράδοσή του στον Γκούρα και το οικτρό του τέλος στην Ακρόπολη.

Εξωτερικά γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στις Θερμοπύλες, στη Γραβιά, στον Παρνασσό και στην Ακρόπολη. Στο βαθμό που ο Λεωνίδας Αθανασιάδης, συνεργάτης του Καμινάκη και βοηθός οπερατέρ της ταινίας, θυμόταν καλά το 1977, εξωτερικές σκηνές πρέπει να κινηματογραφήθηκαν επίσης στη Μονή Βλατάδων, στα τείχη της Παλαιάς Πόλης και στο Ασβεστοχώρι, ενώ κάποια εσωτερικά γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στον κινηματογράφο «Σπλέντιτ» της Θεσσαλονίκης, σε σκηνικά που είχε διαμορφώσει ο ίδιος ο Καμινάκης. Σύμφωνα και πάλι με τις αναμνήσεις του Αθανασιάδη, στην ταινία έπαιξαν οι: Μιχαήλ Μάσσιος, Μαίρη Τσικούδη, Ελένη Καρύκη, Μαρίκα Βίττου, Γ. Σαββόγλου, και Αντζουλίνα Ποζέλλι κ.ά. – όλοι ερασιτέχνες από τη Θεσσαλονίκη.

Στη Θεσσαλονίκη προβλήθηκε στον κινηματογράφο «Πατέ» από 5 έως 12 Φεβρουαρίου 1929 υπό τον τίτλο «Οδυσσεύς Ανδρούτσος». Η ανταπόκριση των Θεσσαλονικιών ήταν μεγάλη, αφού άλλωστε ήταν μια τοπική παραγωγή. Ωστόσο, η εμπορική επιτυχία δεν συνεπαγόταν και θετικές κριτικές στον τύπο. Απολαυστικά ήταν δύο απολύτως ειρωνικά χρονογραφήματα, που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Μακεδονία στις 08.02.1929:

ΕΡΓΟΝ
Επήγα εις το Πατέ να παρακολουθήσω το πρώτον Μακεδονικόν κινηματογραφικόν έργον, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Μου είπαν ότι κάποιοι νέοι και κάποιες τσούπρες της πόλεώς μας είναι οι δράσται. Το πρόγραμμα που διανέμουν έξω, ομιλεί περί προσπαθείας ευγενικής και περί της ανάγκης ενισχύσεως της προσπαθείας αυτής. Επήγα λοιπόν να θαυμάσω και να ενισχύσω. Αλλ' ω ύψιστε! Τέτοιο τερατούργημα κινηματογραφίας δεν είδα ούτε εφαντάσθηκα ποτέ μου. Απορώ πώς το εδέχθη ο οίκος Πατέ. Και απορώ με την υπομονήν του κόσμου. Η ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως γε­λοιοποιείται. Η τέχνη κατακουρελιάζεται. Η ποίησις καραγκιοζοποιείται. Η φουστανέλλα γίνεται καρνάβαλος. Ο πατριωτισμός, ο έρως, τα αρχαία, τα μεγάλα ονόματα, η ιστορία, όλα μαζύ γίνονται ένα μίγμα οικτρόν, εις την θέαν του οποίου δεν ξέρει κανείς αν πρέπη να γελά, να κλαίη ή να τραβάη τα μαλλιά του. Αλλ' είναι σας λέγουν, η πρώτη προσπάθεια. Ο Θεός να μας φυλάγη, εάν οι δράσται του πρώτου έργου, έχουν την θρασύτητα να μας παρουσιάσουν και δεύτερον.

ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ
Είμαι βεβαιότατος ότι αν οι θρυλικοί ήρωες του 21 ήξευραν πως μετά εκατό χρόνια θα γινόνταν καραγκιόζηδες από της οθόνης του κινηματογράφου προς κοινήν θυμηδίαν των απογόνων των, ασφαλώς δεν θα τολμούσαν να ελευθερώσουν την Ελλάδα και να δόσουν εις τον κ. Καμινάκην την ευκαιρίαν και το θέμα για να τους ρεζιλέψη. Διότι είναι πραγματικό κεπαζελήκι εκείνο που έπαθε εις την ταινίαν ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος, του οποίου τα ηρωικά κατορθώματα και ο τραγικός θάνατος γίνονταν τώρα κάθε βράδυ αίτια ομηρικών γέλοιων των θεατών του κινηματογράφου Πατέ...
Ενδιαφερθείς από τις διαφημίσεις που έγιναν πέριξ της τρομεράς αυτής ταινίας, εγχωρίας παραγωγής, επήγα χθες βράδυ στο Πατέ, όπως είχαν πάη τόσοι και τόσοι άλλοι συμπολίται, από τους οποίους ήταν γεμάτη η αίθουσα. Τα προγράμματα που διενέμοντο εις τους θεατάς, με χριστιανικήν μετριοφροσύνην ανήγγελον ότι ο κ. Καμινάκης «έσπειρε και άλλοι ας έλθουν να θερίσουν». Σημειωτέον ότι [τα] φεΐγ-βολάν δεν ανέφερον αν έπρεπε να θερισθή μαζύ και ο κ. Καμινάκης. Ύστερον από λίγο άρχισε η προβολή της ταινίας. Πριν σας πω το τι είδα, θεωρώ καθήκον μου να ζητήσω συγγνώμην από την σκιάν του Ανδρούτσου διά τα γέλοια που άθελα έκαμα εις βάρος του μαζύ με όλους τους άλλους θεατάς...
Μεταξύ του πλήθους των θεατών εκάθηντο οι δράσται της ταινίας Καμινάκης και οι «ηθοποιοί», δηλαδή κάτι παιδιά της Νεολαίας Τούμπας, που όπως μαθαίνω δεν το κουνούν από κει καθόλου, εναβρυνόμενοι εις την θέαν των εαυτών των επί της οθόνης... Πριν προφθάσουμε ακόμη να αντιληφθούμε καλά-καλά τι συμβαίνει, η πρώτη πράξις τελειώνει και επακολουθεί διάλειμμα διπλασίας διαρκείας απ’ αυτήν, μεθ’ ο επαναλαμβάνεται η προβολή του... έργου. Ο ατυχής Ανδρούτσος φαίνεται σαν μανάβης του Καπανιού, το δε πρωτοπαλλήκαρόν του ο Γκούρας σαν Βάρθακας. Μην τα ρωτάτε δε τι γίνεται με τους άλλους ήρωας του έργου. Είδα την μάχην της... Γραβιάς κατά την οποίαν οι νεκροί έπεφταν με πόζα και δεν εννοούσαν να κλείσουν τα μάτια τους...
Και σ’ όλα αυτά τα ανεκδιήγητα πράγματα είχαμε και το πανηγύριον των επιγραφών που μετεφράσθησαν εις την γαλλικήν. Ιδού μια: Ο στίχος του ποιήματος που λέει ότι ο ήρως δεν είχε ούτε τσιμπούκι ούτε τσαρούχι, μετεφράσθη ως εξής: Πα ντε τσιμπούκ, πα ντε τσαρούκ... Δεν μπορώ όμως να συνεχίσω, βρε παιδιά, διότι ελύθηκα στα γέλοια. Αν θέλετε πάτε κ’ εσείς ν’ απολαύσητε τα ίδια και σας βεβαιώ πως δεν θα λυπηθήτε τα χρήματά σας... Κωμωδία με τα ούλα της, μπρος την οποίαν τύφλα νάχη ο Σαρλώ και ο Χάρος Λοΰδ. Τρέξατε, τρέξατε...

Ένα σύντομο, γενικό σχόλιο για την ταινία δημοσιεύτηκε και στο γαλλικό περιοδικό Cinémagazine. Ο συνεργάτης του στη Θεσσαλονίκη περιέγραψε μια ταινία «με πολλά ελαττώματα, επειδή έγινε με αυ­τοσχέδια μέσα [και] είναι το αποτέλεσμα υπομονετικών και αξιέπαινων προσπαθειών».

Ο «Οδυσσεύς Ανδρούτσος» φαίνεται ότι προβλήθηκε και στην Αθήνα, όμως είναι άγνωστο το πότε και το πού. Τα προγράμματα των κινηματογράφων, όπως δημοσιεύονταν στις αθηναϊκές εφημερίδες, δε μας βοηθούν στο ελάχιστο. Πάντως, σε ρεπορτάζ της εφημερίδας Ακρόπολις το Φεβρουάριο του 1931 γινόταν ρητή αναφορά στην ταινία ως μια από τις 18 ελληνικές που είχαν προβληθεί την προηγούμενη τριετία.

Ωστόσο αυτό που δεν κατάφεραν οι καλύτερα οργανωμένοι αδελφοί Γαζιάδη, το κατάφερε ο Κα­μινάκης. Με τίτλο «Αι τελευταίαι ημέραι του Οδυσσέως Ανδρούτσου» και υπότιτλο «Στο χάνι της Γρα­βιάς», η ταινία προβλήθηκε στο «Mansfield Theatre» της Νέας Υόρκης στις 22 Σεπτεμβρίου 1929. Η διαφήμι­ση στους ομογενείς είχε αρκετές ανακρίβειες, αφού έκανε λόγο για συμμετοχή 200 ηθοποιών της Δραματικής Σχολής Αθηνών, υποστήριζε ότι είχε προβληθεί στους κεντρικούς αθηναϊκούς κινηματο­γράφους επί ένα εξάμηνο ή ότι είχε κοστίσει 150.000 δολάρια. Παρόλ' αυτά επιβεβαιωνόταν η μεγάλη έκταση της ταινίας, διάρκειας δυόμιση ωρών.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λεωνίδα Αθανασιάδη, η ταινία χάθηκε στο τελωνείο κατά την επιστροφή από την Αμερική, όμως το αρνητικό του φιλμ μαζί με έξι καρυοφύλλια, που είχαν χρησιμοποιηθεί στα γυρίσματα, σώζονταν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '50 στο αρχοντικό των κληρονόμων του Τσατσαπά, συνεταίρου του Καμινάκη. Από τη στιγμή που το αρχοντικό κατεδαφίστηκε, η τύχη του φιλμ και των κειμηλίων αγνοείται.
………………………………………
Η προσπάθεια αυτή του Καμινάκη δεν είχε άμεση συνέχεια τόσο για τον ίδιο όσο και γενικότερα για τη Θεσσαλονίκη, μια πόλη που διψούσε για τοπικές κινηματογραφικές παραγωγές, όμως οι όποιες καλές προθέσεις έμεναν πάντα στα χαρτιά. Στα τέλη του 1930, στις εφημερίδες της Θεσσαλονίκης δημοσιεύτηκε η αγγελία μιας εταιρίας με έδρα το... χωριό Βαθύλακκος, η οποία είχε την επωνυμία «Ανώνυμος Ελληνομακεδονική Κινηματογραφική Εταιρία (ΑΕΜΚΕ)» και αναζητούσε «δεσποινίδας ή αρτίστας δυναμένας να παίζωσιν εις κινηματογραφικήν ταινίαν», υποσχόμενη μισθό «ικανοποιητικώτατο ή ποσοστά εκ της ταινίας». Τελικά η ΑΕΜΚΕ βούλιαξε σε... βαθύ λάκκο, μεσολάβησε κι ένα σκάνδαλο με φιλόδοξη κινηματογραφική εταιρία της πόλης, ώσπου τελικά το Φεβρουάριο του 1932 θα παρουσιαζόταν μια δεύτερη – η τελευταία προπολεμικά – θεσσαλονικιώτικη ταινία, σύγχρονης υπόθεσης αυτήν τη φορά και όχι ιστορική, το «Μοιραίον», για το οποίο θα γίνει λόγος αργότερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου