Ο Μπαχατώρης και η «Αθήνη Φιλμς»

Την ίδια εποχή με τη «Μύτη της Αθηνάς» ξεκίνησαν τα γυρίσματα της πρώτης ελληνικής ταινίας μεγάλου μήκους, της «Γκόλφως» σε παραγωγή της πρωτοεμφανιζόμενης «Αθήνη Φιλμς», η έδρα της οποίας βρισκόταν αρχικά στην Τρίτης Σεπτεμβρίου 10 και κατόπιν στην οδό Χαλκοκονδύλη 37 στην Αθήνα.

Ιδιοκτήτης της εταιρίας ήταν ο Κωνσταντίνος Μπαχατώρης, γόνος οικογένειας με ρίζες στη Βενετία, που γύρω στα 1700 εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Στις 2 Οκτωβρίου 1789, στον έμπορο Δημήτριο Μπαχατώρη και στα επτά παιδιά του – και κατ’ επέκταση στους απογόνους τους – παραχωρήθηκε καθεστώς προστασίας από το γαλλικό δίκαιο. Ουσιαστικά, ο Δημήτρης δήλωσε ότι αποκήρυσσε τη γενέθλια πατρίδα του, την Οθωμανική αυτοκρατορία, εσαεί και δεχόταν να υπαχθεί στη δικαιοδοσία του Γάλλου βασιλιά – ένα είδος κληρονομητής ημιπολιτογράφησης.

Το προνόμιο αυτό αφαιρέθηκε από τους μακρινούς απογόνους του στις 10 Μαρτίου 1899 μετά από κάποιο δικονομικό ζήτημα που προέκυψε στα πλαίσια δικαστικής διαμάχης του Νικόλαου Μπαχατώρη με κάποιον Ζεγκίνη, ο οποίος έφερε την ελληνική υπηκοότητα, γύρω από ένα ακίνητο: δηλ. ποια ήταν η ακριβής νομική φύση της διαφοράς και αν τελικά ήταν αρμόδιο να επιληφθεί το οθωμανικό δικαστήριο ή η γαλλική προξενική αρχή. Ο Μπαχατώρης προσέφυγε σε οθωμανικό δικαστήριο που τον δικαίωσε και στη συνέχεια ο Ζεγκίνης προσέφυγε στο δικαστήριο του γαλλικού προξενείου, που με τη σειρά του δικαίωσε αυτόν, αλλά και τιμώρησε το Νικόλαο αφαιρώντας το καθεστώτος προστασίας που απολάμβαναν ο ίδιος και η οικογένειά του «λόγω των ενεργειών του επικεφαλής της, ο οποίος δε φοβήθηκε να προκαλέσει συγκρούσεις δικαιοδοσίας, που έθεσαν σε κίνδυνο την προξενική εξουσία». Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε στη συνέχεια από το γαλλικό υπουργείο εξωτερικών και στις 30 Ιουλίου 1902 ο Νικόλαος και τα παιδιά του (Κωνσταντίνος, Ιωάννης, Έκτορας, Λυσίας και Αιμίλιος Μπαχατώρης) προσέφυγαν στο γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας την ακύρωσή της λόγω κατάχρησης εξουσίας, όμως η προφυγή τους απορρίφθηκε ως απαράδεκτη το Φεβρουάριο του 1904.

Δέκα χρόνια μετά ο Κώστας Μπαχατώρης εγκαθίσταται με την οικογένειά του στην Ελλάδα και ιδρύει την πρώτη σοβαρά οργανωμένη εγχώρια κινηματογραφική εταιρία, την «Αθήνη Φιλμς», για την οποία μάλιστα στην αρχή υπήρξε σύγχυση για το κατά πόσο ήταν ελληνική ή ξένη.

Η «Αθήνη» ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στον ελλαδικό χώρο από τα τέλη του 1913 θέτοντας εξαρχής μεγαλεπήβολους στόχους. Το Δεκέμβριο του 1913, η εταιρία έλαβε από τις ελληνικές αρχές τα αποκλειστικά δικαιώματα για την κινηματογράφηση του Αγίου Όρους, απόφαση που επικυρώθηκε και από την Ιερά Σύνοδο του Άθω ύστερα από ειδική συνεδρίαση στις 31 Δεκεμβρίου. Ο σχεδιασμός προέβλεπε την παρουσίαση μιας ταινίας μήκους 700 μ. με τις θρησκευτικές τελετές, τους – κρυμμένους από τη δημόσια θέα – θησαυρούς του Αγίου Όρους, τα 20 μοναστήρια, τις σκήτες και γενικά το κινηματογραφικό πανόραμα της περιοχής και της καθημερινής ζωής των μοναχών, ενώ σχεδιαζόταν το γύρισμα ξεχωριστής ταινίας μήκους 300 μ. με θέμα την ζωή στο ρωσικό μοναστήρι. 

Τα δικαιώματα της κινηματογράφησης είχαν παραχωρηθεί για δύο χρόνια. Άμεσα ξεκίνησαν οι προεργασίες των γυρισμάτων, όμως δεν μπορεί να πιστοποιηθεί από κάποια πηγή αν αυτά όντως πραγματοποιήθηκαν και αν τελικά προβλήθηκε στους κινηματογράφους η εν λόγω ταινία.

Η «Αθήνη Φιλμς» διέκοψε τη λειτουργία της στα τέλη του 1916. Σύμφωνα με το Δήμο Βρατσάνο, αιτίες ήταν ο πόλεμος στην Ευρώπη, η αποχώρηση του Μαρτέλι, που ήταν ο οπερατέρ της εταιρίας, και η συνεργασία του με τη νεοϊδρυθείσα ανταγωνιστική εταιρία του Φλεγκενάιμερ. Ωστόσο, σε επιστολή του προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1930, ο Μπαχατώρης συνέδεε σαφέστατα τη διακοπή της «Αθήνη φιλμς» με τα «Νοεμβριανά» του 1916, εξ αιτίας των οποίων κινδύνεψε η ακεραιότητα της οικογένειάς του:

«Κατά τη διάρκεια της απουσίας μου στο Παρίσι για υποθέσεις μου, έλαβαν χώρα τα προαναφερθέντα γεγονότα, τα οποία ανάγκασαν την οικογένειά μου, που τότε διέμενε στην Αθήνα, ν’ αναχωρήσει, επειδή η ζωή [τους] ήταν σε κίνδυνο. Ο γιος μου, φοιτητής εκείνη την εποχή, συνελήφθη, κακοποιήθηκε και φυλακίστηκε χωρίς την παραμικρή αιτία, όπως αποδείχθηκε αργότερα. Όταν όμως αφέθηκε ελεύθερος τη νύχτα, κυνηγήθηκε με πυροβολισμούς από ρεβόλβερ.
Λίγο πριν την αναχώρησή του κατάφερε να μεταφέρει στην αποθήκη του εμπόρου υφασμάτων κ. Παπαγεωργίου, που βρισκόταν πίσω από το ξενοδοχείο “Ερμής”, 6 μεγάλα κιβώτια γεμάτα αντικείμενα που μου ανήκαν. Οι κλειδαριές των κιβωτίων έσπασαν κατά τη διάρκεια των ταραχών και το περιεχόμενο [..] λεηλατήθηκε.
Όμως ακόμη βαρύτερη είναι η ζημία που υπέστην από την αναγκαστική κατάσχεση όλων των πραγμάτων μου, καθώς μετά τον αποκλεισμό της Ελλάδας, που ακολούθησε, μου ήταν αδύνατο να επιστρέψω, ακόμη και να επικοινωνήσω με την Αθήνα, ώστε όλα τα συμφέροντά μου καταστράφηκαν. Επίσης, η οικογένειά μου κι εγώ αναγκαστήκαμε να παραμείνουμε στη Γαλλία ως πρόσφυγες σε μια εξαιρετικά θλιβερή κατάσταση.
[...] Μια άλλη συνέπεια της αναγκαστικής αναχώρησης της οικογένειάς μου ήταν ότι το σκάφος Senai, στο οποίο κατάφεραν να επιβιβαστούν για να έρθουν ως πρόσφυγες σε μένα στη Γαλλία, τορπιλίστηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Μασσαλία στις 11 Δεκεμβρίου 1916. Και η ζωή των δικών μου σώθηκε από θαύμα, όμως όλες οι αποσκευές μας εξαφανίστηκαν μαζί με το σκάφος. Η οικογένειά μου, μετά από μια δεκαήμερη οδύσσεια, έφτασε τελικά στο Παρίσι σε αξιοθρήνητη και νοσηρή κατάσταση.
Όλες αυτές οι δυστυχίες που αναστάτωσαν τελείως τις ζωές μας, είναι το αποτέλεσμα του διωγμού που υποφέραμε κατά τη διάρκεια και μετά τις ταραχές του 1916 [..]».

Ουσιαστικά, με την επιστολή αυτή ο Μπαχατώρης, που την ίδια περίοδο φαίνεται ότι πολιτογραφήθηκε Γάλλος, ζητούσε αποζημίωση από το ελληνικό κράτος για τις ζημιές που είχε υποστεί, εξηγώντας ότι οι πρώτες του απόπειρες δεν είχαν τελεσφορήσει για τυπικούς λόγους, καθώς στάθηκε δυνατό να υποβάλλει το σχετικό αίτημά του «πολύ καιρό μετά την άρση του αποκλεισμού», όταν «τυχαία» πληροφορήθηκε για τις ζημιές της επιχείρησής του και ενώ είχε ήδη αποχωρήσει η Επιτροπή Αποζημιώσεων, που είχε συσταθεί για τα θύματα των Νοεμβριανών.

Το μέγεθος της ζημιάς εκτιμήθηκε σε 270.00 δραχμές, με τον Μπαχατώρη ωστόσο να σημειώνει ότι το ποσό αυτό αντιπροσώπευε μόνο «μέρος των δαπανών για τα γυρίσματα και την παραγωγή των ταινιών», η καλλιτεχνική αξία των οποίων «ήταν συνολικά μεγαλύτερη», δεδομένου ότι «η απώλειά τους είναι ανεπανόρθωτη». Το ποσό αναλυόταν ως εξής: 200.000 δρχ. η βλάβη των επιχειρηματικών συμφερόντων του, 5.000 δρχ. ο κατεστραμμένος εξοπλισμός (μηχανήματα, έπιπλα γραφείου, ρούχα, προβολείς, όργανα κλπ.) και 65.000 δρχ. τα καταστραφέντα φιλμ. Συγκεκριμένα μνημονεύονταν:

1.Τα αρνητικά και τα θετικά φιλμ του δράματος «Γκόλφω», το καθένα μήκους 1000 μέτρων. Ειδικά για την ταινία αυτή, ο Μπαχατώρης παρατηρούσε μεταξύ άλλων ότι «η απόκτηση των δικαιωμάτων από το συγγραφέα Περεσιάδη, η διδασκαλία των ηθοποιών και η πολύμηνη διάρκεια των γυρισμάτων κόστισαν ένα σημαντικό ποσό».
2.Τα αρνητικά και τα θετικά του φιλμ από το ταξίδι του Βενιζέλου στην Αίγυπτο το 1915, οπότε «δύο από τους ικανότερους τεχνικούς» της εταιρίας «ακολούθησαν το ταξίδι βήμα προς βήμα» και κινηματογράφησαν την αναχώρηση από τον Πόρο, τις διαδηλώσεις, τις υποδοχές και τις γιορτές στην Αλεξάνδρεια και στο Κάιρο κλπ.
3.Επιπλέον 18 φιλμ με γιορτές, χορούς, πρόσωπα, τοποθεσίες, κοστούμια, πομπές, ελληνικές στρατιωτικές επιθεωρήσεις και παρελάσεις κλπ. Ποια ήταν όμως αυτά τα φιλμ;

Γνωρίζουμε για τουλάχιστον έξι ζουρνάλ της «Αθήνη» που γυρίστηκαν μέσα στο 1914: «Η εορτή του Πυροβολι­κού την ημέραν της Αγίας Βαρβάρας» (που μάλιστα προβλήθηκε πρώτα στο «Πολυθέαμα-Πατέ» της Πάτρας από τις 19 Δεκεμβρίου, ενώ στην Αθήνα μόλις από τις 12 Ιανουαρίου 1915 στο «Πάνθεον») όπου εκτός από τους επισήμους παρουσιάζονταν και τα λάφυρα από τις μάχες του Σαραντάπορου, του Μπιζανίου και του Κιλκίς· «Η ορκωμοσία των νεοσυλλέκτων»· «Γυμνάσια μάχης του Ελληνικού στρατού»· «Το πανόραμα της Θεσ­σαλονίκης με τα ιστορικά κειμήλια»· «Η αναδάσωσις της Ελλάδος», μία «επίκαι­ρος αθηναϊκή ταινία», στην οποία εμφανίζονταν πρόσκοποι να συμμετέχουν σε πρόγραμμα ανα­δάσωσης στην πρωτεύουσα.

Την τελευταία δε μέρα του χρόνου κινηματογραφήθηκε η γιορτή στα γραφεία του φιλανθρωπικού συλλόγου «Αγία Φιλοθέη», που πλημμύρισαν από παιδιά έως 5 ετών μαζί με τις μητέρες τους. Τα μέλη του συλλόγου είχαν προηγουμένως στολίσει το γραφείο μ’ ένα χριστου­γεννιάτικο δέντρο γεμάτο παιχνίδια, ενώ σ’ ένα τραπέζι είχαν συγκεντρωθεί ρούχα, που θα μοιράζονταν στα παιδιά. Η ταινία κατέγραψε τη διανομή των δώρων από τα μέλη του Συλλόγου με προεξάρχουσα την πρόεδρό του, Οθωνίδου, παρουσία του νομάρχη Δάσιου.

Εξάλλου, το 1915, εκτός από το ταξίδι του Βενιζέλου στην Αίγυπτο, η «Αθήνη» κατέγραψε τουλάχιστον την άφιξη του Γάλλου στρατηγού Πω στην Αθήνα, ενώ την ίδια χρονιά γυρίστηκε και η κωμωδία «Σπυριδιόνη, πού υπάγεις;» με πρωταγωνιστή το Σπυρίδωνα Δημητρακόπουλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου