Η σύγκριση μεταξύ του "ελληνικού Χόλιγουντ" και του αυθεντικού αμερικανικού ήταν αποκαρδιωτική για την εγχώρια κινηματογραφία. Αυτό το παραδέχονταν πρώτοι απ' όλους οι Έλληνες παραγωγοί, οι οποίοι φιλοδοξούσαν να ετοιμάσουν όσο το δυνατόν αρτιότερες ταινίες με λίγα χρήματα και ελλιπή τεχνικά μέσα. Στις
15 Φεβρουαρίου 1929, η Πατρίς αναρωτιόταν
σε άρθρο της «ΠΟΤΕ Θ' ΑΠΟΚΤΗΣΩΜΕΝ ΑΡΤΙΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΦΙΛΜ».
Την
απάντηση επιχειρούσε να δώσει ο Δημήτρης
Γαζιάδης απαριθμώντας τις δυσκολίες
(τεχνικές και κυρίως οικονομικές) της
ελληνικής παραγωγής.
ΠΟΤΕ
Θ' ΑΠΟΚΤΗΣΩΜΕΝ ΑΡΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΦΙΛΜ
Από
όλα τα Βαλκανικά Κράτη η Ελλάς είνε η
πλέον καθυστερημένη εις την βιομηχανίαν
του κινηματογράφου, μολονότι φημίζεται
διά το λευκότατον φως και την καθαράν
ατμοσφαίραν της. Εις την Τουρκίαν
λειτουργεί από ετών πολλών κινηματογραφική
Εταιρία με πολύ καλό στούντιο, και η
οποία εκινηματογράφησε έως τώρα περί
τα δέκα έργα τουρκικής υποθέσεως, μεταξύ
των οποίων και τον περίφημο «Λεμπλεμπιτζή
Χορχόρ Αγάν». Εις την Ρουμανίαν η
κινηματογραφική βιομηχανία ευρίσκεται
εις επίζηλον σημείον. Εις την Γιουγκοσλαυίαν
επίσης. Η Ελλάς μόνον και η Βουλγαρία
υστερούν.
Ευτυχώς
κατά τα δύο-τρία τελευταία έτη ήρχισε
να γίνεται κάποια προσπάθεια, η οποία
είνε αξία προσοχής. Η «Νταγκ Φιλμ» μας
έδωσεν ήδη τας πρώτας ελληνικάς ταινίας,
και, όπως βεβαιούν οι ιδρυταί της,
προετοιμάζει μίαν νέαν σειράν ταινιών,
που θα δώσουν την πρώτην σοβαράν ώθησιν
εις την ελληνικήν κινηματογραφικήν
βιομηχανίαν.
Αλλά
θα μπορέσωμεν να εξασφαλίσωμεν αρτίας
ελληνικάς ταινίας με Έλληνας ηθοποιούς
και ελληνικό προσωπικό; Ένας ειδικός -
ο κ. Δ. Γαζιάδης που είνε η ψυχή της πρώτης
ελληνικής κινηματογραφικής επιχειρήσεως
- λέγει:
«Αν
θέλωμε να προοδεύση ο κινηματογράφος
εις τον τόπον μας, πρέπει να υψώσωμε
φωνήν προς το Κράτος, όπως αφήση
αφορολόγητα τα προβαλλόμενα έργα
ελληνικής παραγωγής, διότι άλλως είνε
πιο συμφέρον να παίζουν ξένοι
«φιρμαρισμένοι» ηθοποιοί, ούτως ώστε
ένα ελληνικό φιλμ να αποκτήση ωρισμένην
αξίαν και να μπορέση να προβληθή και σ'
άλλα Κράτη της Ευρώπης. Διότι αν προβληθή
μόνον εις την Ελλάδα δεν είνε δυνατόν
να ανταποκριθή ούτε εις τα έξοδα
κινηματογραφήσεως. Διά το γύρισμα του
έργου «Λιμάνι των δακρύων» εξοδεύθησαν
περί το 1 1/2 εκατομμύριον δραχμάς. Εγύρισαν
8.000 μέτρα και εκράτησαν 3.500. Διά 8.000 μέτρα
φιλμ Παν-Κινέ εξωδεύθησαν 144 χιλ. δρ.,
διά φάρμακα 32 χιλ., διά σκηνικά, ηλεκτρικόν
ρεύμα, ηλεκτροτεχνίτας κλπ. περί τας
100 χιλ. δρ. Δι' ηθοποιούς περί τας 200 χιλ.
δρ., δι' έξοδα διαφημίσεως 120 χιλ. δρ.,
ενοίκιον θεάτρων προς αποκλειστικήν
εκμετάλλευσιν 220 χιλ. δρ., φόρος δημοσίων
θεαμάτων 350 χιλ. δρ. και άλλα γενικά
έξοδα.
Βλέπομεν
λοιπόν, ότι μία ελληνική ταινία στοιχίζει
περί το 1 1/2 εκατομμύριον, ενώ η καλλιτέρα
ταινία του εξωτερικού δεν στοιχίζει
διά την Ελλάδα παρά μόνον 75 χιλ. δραχμάς,
δι' ο και προτιμάται η εισαγωγή ξένων
ταινιών και η εκμετάλλευσίς των παρά
διαφόρων Ελλήνων επιχειρηματιών.
Ένα
άλλο πράγμα που μας λείπει είνε το
ειδικόν τεχνικόν προσωπικόν. Πολλοί
και διάφοροι όμιλοι Ελλήνων ερασιτεχνών
του Κινηματογράφου επεχείρησαν και
προσεπάθησαν να κινηματογραφήσουν
έργα, αλλά δυστυχώς η προσπάθειές των
έμειναν χωρίς αποτέλεσμα.
Κύρια
αφορμή της αποτυχίας είνε η έλλειψις
ειδικού προσωπικού. Ένας από τους
επιστημονικώς κατηρτισμένους σκηνοθέτας
είνε ο κ. Δ. Γαζιάδης, ο οποίος υπηρέτησεν
επί πολλά έτη εις την γερμανικήν εταιρίαν
«Ούφα» και εσκηνοθέτησε μεταξύ άλλων
και το έργον «Η Α. Εξοχότης της
Μαδαγασκάρης», ωρισμένα μέρη του οποίου
εγυρίσθησαν εις την Ελλάδα, όπου ήλθαν
προς τον σκοπόν αυτόν το 1920 οι γνωστοί
ηθοποιοί Αλεξάντερ, Όττο Πάολ, Εύα Μάυ
κλπ. Αλλά βεβαίως με ένα μόνον «ρεζισέρ»
δεν ημπορούμε να πιστεύσωμε σοβαρά ότι
είνε δυνατόν να αποκτήσωμεν κινηματογραφικήν
βιομηχανίαν ικανήν να συναγωνισθή με
άλλα κράτη αν δεν εξευρεθούν τα απαιτούμενα
κεφάλαια διά την ίδρυσιν ενός Στούντιο
που αποτελεί την βάσιν της αναπτύξεως
της κινηματογραφικής βιομηχανίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου