«Πρόσωπα Λησμονημένα»

Τα «Πρόσωπα λησμονημένα» ήταν η πρώτη ελληνική ταινία μυθοπλασίας που προβλήθηκε το 1946, η τρίτη παραγωγή της «Φίνος Φιλμ» (σε συνεργασία με την «Ωρίων») και η πρώτη συνεργασία της εταιρίας με το Γιώργο Τζαβέλλα, που υπέγραφε το σενάριο και τη σκηνοθεσία.

Η ιστορία με λίγα λόγια:

Ένας τυχοδιώκτης, ο Τώνης, γυρίζει στην Αθήνα ύστερα από δεκαπέντε χρόνια και ξανασυναντά τη Μιράντα, τη γυναίκα που για χατίρι του είχε αφήσει άντρα και παιδί και κατρακύλησε στα πιο κακόφημα καμπαρέ. Το παιδί της, η Αλίκη, που είναι πια κορίτσι της παντρειάς και που νομίζει πως η μητέρα της έχει πεθάνει, πρόκειται να παντρευτεί ένα νεαρό γιατρό, τον Παύλο. Ο τυχοδιώκτης, που στο μεταξύ βρήκε τους παλιούς συντρόφους του, σχεδιάζει έναν εκβιασμό. Τηλεφωνεί στον πλούσιο τέως σύζυγο της ερωμένης του, ότι αν δεν του δώσει ένα μεγάλο ποσό, θ’ αποκαλύψει ποια είναι η μητέρα της κόρης του κι έτσι θα χαλάσει το συνοικέσιο. Η μάνα, υπερασπιζόμενη την ευτυχία του παιδιού της, δηλητηριάζει τον εραστή της, που την τελευταία στιγμή χάνει τη σκληρότητά του, γίνεται «άνθρωπος» και κατά κάποιον τρόπο εξιλεώνεται.

Έπαιξαν οι ηθοποιοί: Μιράντα Μυράτ (στο ρόλο της Μιράντας), Γιώργος Παππάς (ο τυχοδιώκτης Τώνης), Αιμίλιος Βεάκης (ο πρώην σύζυγος της Μιράντας), Ζινέτ Λακάζ (Αλίκη), Λάμπρος Κωνσταντάρας (Παύλος), Αθανασία Μουστάκα, Δήμος Σταρένιος, Μαρίκα Φιλιππίδου, Τζόλυ Γαρμπή, Τζούλια Φραγκιαδάκη, Ελένη Μιχαλιτσάνου, Κούλης Στολίγκας, Αλέκος Γκώνης, Νάσος Κεδράκας, Γιώργος Κουκούλης, Σώτος Αρβάνης, Τάκης Σαλιάρης, Γ. Λόγγος.

Μικρό πέρασμα από την ταινία έκανε και ο Γ. Τζαβέλλας ως οδηγός αυτοκινήτου.

Οι συντελεστές:

Σενάριο – Σκηνοθεσία: Γιώργος Θ. Τζαβέλλας

Διευθυντής παραγωγής: Γιάννης Μακρής

Φωνοληψία – Μοντάζ: Φιλοποίμην Φίνος

Οπερατέρ: Πρόδρομος Μεραβίδης

Μουσική: Γιώργος Μαλλίδης

Διευθυντής ορχήστρας: Σπύρος Αβατάγγελος

Τραγούδι: Στέλλα Γκρέκα, η οποία ντούμπλαρε τη Μιράντα Μυράτ.

Μακιγιάζ: Σταύρος Κελεσίδης

Κομμώσεις: Γ. Καρακατσάνης

Επιμέλεια διακοσμήσεων: Μ. Φράγκος

Ηλεκτρολόγος: Μάρκος Ζέρβας

Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 1946. Τα εξωτερικά λήφθηκαν στην Κηφισιά, ενώ τα εσωτερικά πλάνα γυρίστηκαν στα εργαστήρια της «Φίνος Φιλμ», που τότε βρίσκονταν επί της οδού Στουρνάρα 27. Ολοκληρώθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε η ταινία ξεκίνησε να προβάλλεται για το κοινό της πρωτεύουσας από τις 8 Απριλίου την ίδια χρονιά (αίθουσες «Ρεξ» και «Αττικόν»).

Στη Θεσσαλονίκη οι προβολές ξεκίνησαν στις 23 Δεκεμβρίου 1946 στα «Ηλύσια».

Το μοναδικό κριτικό σημείωμα σε αθηναϊκή εφημερίδα δημοσίευσε η Μάχη στις 07.04.1946  (δυο μέρες μετά τη δοκιμαστική προβολή –«avant premiere»– της ταινίας για τους δημοσιογράφους) και έφερε την υπογραφή του Αλέκου Σακελλάριου:

«Αριστούργημα δεν είνε. Είνε απλώς μια ελληνική ταινία εφάμιλλη με τις άλλες τρεις ωραίες προσπάθειες του ελληνικού κινηματογράφου [σ.σ. αναφερόμενος στη «Φωνή της Καρδιάς», τα «Χειροκροτήματα» και τη «Βίλλα με τα νούφαρα]. [...] Εκείνοι που ξεχωρίζουν αμέσως στο καινούργιο φιλμ είνε η Ζινέτ Λακάζ κι ο Λάμπρος Κωνσταντάρας. Δεν θέλω να πω ότι οι άλλοι υστερούν. Αλλά αυτοί οι δυο έχουν μια ας πούμε κινηματογραφική άνεση μεγαλύτερη. Μέσα στη γενική βραδύτητα κινήσεων και ομιλίας, που είνε ένα από τα ελαττώματα της καινούργιας αυτής ταινίας, η Λακάζ κι ο Κωνσταντάρας περπατούν και μιλούν γρηγορότερα και φυσικότερα. Ύστερα το δροσερό και χαριτωμένο προσωπάκι της Λακάζ δίνει την αφορμή να γίνουν ωραιότατες φωτογραφίες. Αν και γενικά σ’ όλο το φιλμ οι φωτογραφίες [...] είνε πολύ καλές.

[...] Η υπόθεση του νέου φιλμ, όσο κι αν προσπαθή ο σκηνοθέτης να την παρουσιάση για “ελληνική” με την βοήθεια μιας λατέρνας, αμερικανοφέρνει πάρα πολύ. Ο τυχοδιώκτης, που υποδύεται ο κ. Γ. Παππάς, είνε περισσότερο γκάγκστερ του Σικάγου και λιγότερο Ρωμηός απατεώνας. Και γενικά όλη αυτή η υπόθεση του εκβιασμού, που θα μπορούσε ίσως να συμβή ωραιότατα στην Αμερική είνε αρκετά απίθανη για την Ελλάδα.

Ελαττώματα έχει αρκετά το νέο φιλμ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι [...] δεν είνε μια καλή ελληνική ταινία. Τόσο ο κ. Τζαβέλλας όσο κι ο κ. Φίνος –ο ήρωας αυτός του ελληνικού κινηματογράφου, που χρόνια τώρα αγωνίζεται για την ελληνική κινηματογραφία με μοναδικό εφόδιο τον ενθουσιασμό του και την εργατικότητά  του– μπορούν να είνε υπερήφανοι για το “Πρόσωπα λησμονημένα”. Στο ενεργητικό τους γράφεται κι αυτό. Στο ενεργητικό τους και στο ενεργητικό του ελληνικού κινηματογράφου».

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου