Η πρώτη προβληθείσα
ελληνική ταινία μυθοπλασίας για το έτος 1947 ήταν η «Μαρίαν», ένα θαλασσινό
ρομάντζο γυρισμένο κυρίως στην Ύδρα σε σενάριο Αλέκου Σακελάριου και Χρήστου
Γιαννακόπουλου, στη δεύτερη συνεργασία τους με τη «Φίνος Φιλμ».
Η ιστορία με λίγα
λόγια:
Η ταινία ξεκινάει με τη Μαρίνα να λείπει
από το νησί όπου μεγάλωσε, την Ύδρα. Όσοι την γνώριζαν από παλιά, νομίζουν ότι
η κοπέλα είχε πάει να ζήσει κοντά σε μια θεία της στην Αθήνα. Στην
πραγματικότητα η Μαρίνα τραγουδούσε σ’ ένα καταγώγι του Πειραιά, όπου σύχναζαν
ξένοι ναύτες, ενώ είχε ένα φλερτ με κάποιον Έλληνα ναυτικό, τον Βάσο.
Μια επίσκεψη του πατέρα της, που αρχικά
δεν ήθελε καν να δει την κόρη του, αρκεί για να πειστεί η Μαρίνα να επιστρέψει
στο νησί της. Εκεί επανασυνδέεται με το Δημήτρη, ο οποίος δεν την είχε ξεχάσει
ποτέ. Οι δυο τους παντρεύονται και μεγαλώνουν την οικογένειά τους με τον ερχομό
ενός κοριτσιού.
Περνούν, λοιπόν, τα χρόνια και κάποια
στιγμή τυχαίνει να πιάσει λιμάνι στην Ύδρα ο Βάσος, ο οποίος παινεύεται δεξιά
και αριστερά για τις κατακτήσεις του. Συναντάει τυχαία τη Μαρίνα, η οποία
προσπαθεί ν’ απομακρυνθεί από κοντά του, όμως τους βλέπει τυχαία ο κουτσομπόλης
του νησιού, ο οποίος βγάζει έκτακτο παράρτημα. Το νέο φτάνει στ’ αφτιά του
Δημήτρη, ο οποίος ένα βράδυ ακολουθεί τη γυναίκα του και την βλέπει να
συναντάται με τον Βάσο. Δεν ακούει τι λένε και παρεξηγεί τη συνάντησή τους,
αγνοώντας ότι στην πραγματικότητα η Μαρίνα ζήτησε από τον παλιό της γνωστό να μην
την ξαναενοχλήσει, καθώς πια ήταν παντρεμένη, κάτι με το οποίο συμφώνησε και ο
Βάσος. Η παρεξήγηση φέρνει έναν πρόσκαιρο χωρισμό ανάμεσα στο Δημήτρη και τη
Μαρίνα, όμως πολύ σύντομα αυτή η παρεξήγηση λύνεται και έρχεται το χαρούμενο
τέλος.
Πρωταγωνιστές ήταν
οι: Στέλλα Γκρέκα (Μαρίνα), Δημήτρης Μυράτ (Δημήτρης), Ηλίας Δεστούνης (ο
πατέρας της Μαρίνας), Περικλής Χριστοφορίδης (ο κουτσομπόλης) και Λάμπρος
Κωνσταντάρας (Βάσος).
Σε μικρότερους
ρόλους συμμετείχαν οι: Μαρίνα Σμυρνάκη, Λίλιαν Λυς, Μπέμπα Μαυροπούλου, Άγκα
Γκιόκα, Σούζυ Βερμόν, Μ. Παπαδοπούλου, Ε. Πετροπούλου, Λίτσα Πιρπίρογλου,
Μαργαρίτσα Πανσέ, Κώστας Δούκας, Γιάννης Ιωαννίδης, Θάνος Κεδράκςα, Ε.
Πρωτόπαππας, Ι. Μιχάλας, Κ. Σπαθόπουλος, Λ. Τρακάδας, Γ. Τσούκλος, Α.
Τζιβραΐλης και η μικρή Ουράνα Βερώνη.
Σύμφωνα με δημοσίευμα, ο πρωταγωνιστικός ρόλος είχε προταθεί αρχικά στη Ρένα Κοτοπούλου, η οποία απέρριψε την πρόταση κρίνοντας τους οικονομικούς όρους ασύμφορους.
Η Μπέμπα Μαυροπούλου δεν ήταν άλλη από την Γκέλυ Μαυροπούλου στην πρώτη της –πολύ μικρή– κινηματογραφική εμφάνιση.
Λοιποί συντελεστές:
Σκηνογραφίες: Γ. Βακαλό και Ι. Στεφανέλλης
Μοντάζ: Φιλοποίμην Φίνος
Μακιγιάζ: Σταύρος Κελεσίδης
Φωτογραφία: Ιωάννης Νισύριος
Μακέτες: Βασίλης Ασημάκης
Ηλεκτρολόγος: Π. Νικολάου
Φροντιστής: Λάκης Βραχνέλης
Οπερατέρ: Πρόδρομος Μεραβίδης
Μουσική – Διεύθυνση ενορχήστρωσης: Κώστας
Γιαννίδης
Οι πρωταγωνιστές,
Λάμπρος Κωνσταντάρας, Δημήτρης Μυράτ και Στέλλα Γκρέκα, αναχώρησαν για την Ύδρα
στις 22 Οκτωβρίου 1946. Πρώτος επέστρεψε στην Αθήνα ένεκα των θεατρικών του
υποχρεώσεων ο Λ. Κωνσταντάρας την τελευταία μέρα του μήνα, ενώ λίγες μέρες
αργότερα το ίδιο έκαναν και τα υπόλοιπα μέλη του συνεργείου.
Γράφτηκε, ότι οι συντελεστές της ταινίας ζήτησαν από το υπουργείο Ναυτικών την άδεια για να ληφθούν εξωτερικά πλάνα από το Σκαραμαγκά, η οποία όμως τελικά δεν δόθηκε!
Η πρώτη προβολή της ταινίας έγινε στην κινηματογραφική αίθουσα «Κρόνος» από τις 10 Μαρτίου 1947, ενώ οι προβολές συνεχίστηκαν στην ίδια αίθουσα και για δεύτερη εβδομάδα.
«Το σενάριο δεν λέει μεγάλα πράμματα»
σχολίαζε ο Κ.Ο. στο Έθνος. «Η ψυχολογία
των ηρώων είνε αρκετά βεβιασμένη και μάλλον απίθανη. Οι Υδραίοι ναυτικοί, που
είνε στην πραγματικότητα άτεγκτοι στο κεφάλαιο της τιμής συγχωρούν την αμαρτωλή
με απίστευτην ανεκτικότητα. Παρ’όλ’αυτά η πλοκή εξελίσσεται ομαλά και ο
ζωντανός διάλογος [...] εξαγοράζει μέχρις ενός σημείου τις αδυναμίες του έργου».
Ο Κ.Ο. είχε θετικά σχόλια για τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών, αλλά και για τη
σκηνοθεσία του Αλ. Σακελλάριου, που «κατώρθωσε
να δώση ζωή και κίνησι στην ταινία και να συνθέση εικόνες, που δεν θα τις
απεκήρυσσε κι ένας ειδικός σκηνοθέτης του κινηματογράφου». Εξαιρετικά
θετικά σχολίασε, τέλος, και τη φωτογραφία: «Μολονότι
τα διαθέσιμα μέσα δεν ήσαν, όχι τέλεια αλλ’ ούτε καν επαρκή, εν τούτοις οι
φωτογραφικές λήψεις έχουν επιτύχει εξαιρετικά. Τα “εξωτερικά” μάλιστα, που
ελήφθησαν στην Ύδρα, σημειώνουν πραγματικό σταθμό στην ελληνική κινηματογραφία».
Δύο διαφορετικά
σχόλια φιλοξένησε η εφημερίδα Η Μάχη. Στο φύλλο της 17.03.1947 διαβάζουμε για
την ταινία ότι «το μοναδικό της προσόν,
αν αφαιρέση κανείς ωρισμένες σκηνές κι ωρισμένες στιγμές που η Γκρέκα κι ο
Δεστούνης στέκονται σε ένα ύψος, είναι η εξαιρετική φωτογραφία της».
Δυο εβδομάδες αργότερα, ένα πιο αναλυτικό, ανυπόγραφο σημείωμα ήταν πολύ πιο γενναιόδωρο με τη «Μαρίνα»:
«Το καινούριο ελληνικό έργο που γύρισε η “Φίνος - Φιλμς” και παίχτηκε δυο βδομάδες στον “Κρόνο”, ήταν από τα πιο αξιοπρόσεκτα ελληνικά έργα, ιδίως από την άποψη της τεχνικής του σε συνδυασμό με τις ανυπολόγιστες δυσκολίες και τα πενιχρότατα μέσα που διατέθηκαν για το γύρισμά του και από την άποψη της φωτογραφίας. Για πρώτη φορά αλήθεια χαρήκαμε την καθαρή κι εκφραστική φωτογραφία μιας ελληνικής ταινίας. Οι γραφικές σκηνές του νησιού της Ύδρας αποδίδονται με αξιοσημείωτη λιτότητα. Ακόμα πρέπει να σημειώσουμε πως υπάρχουν πολλές σκηνές σ’ αυτό το έργο που πρέπει να καταλογισθούν στο ενεργητικό εκείνων που εργάστηκαν γι’ αυτή την ταινία. Όλα αυτά αποτελούν πραγματικό κατόρθωμα του σκηνοθέτη Σακελλάριου και των συνεργατών του. Τα ίδια κολακευτικά λόγια πρέπει να πούμε και για τους ηθοποιούς που παίξαν στην ταινία αυτή και μάλιστα [για] τη Στέλλα Γκρέκα, τον Μυράτ, τον Κωνσταντάρα, που απέδωκε με εξαιρετική επιτυχία το ρόλο του “γυναικοκατακτητή γλεντζέ”, το Χριστοφορίδη, το Δεστούνη κ.λ.π.».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου