Συμπαραγωγή των
εταιριών «Νόβακ Φιλμς» και «Ωρίων», η τελευταία ελληνική ταινία που προβλήθηκε
τα χρόνια της Κατοχής αποτέλεσε το ντεμπούτο ενός από τους σημαντικότερους
δημιουργούς του ελληνικού κινηματογράφου, του Γιώργου Τζαβέλλα, που υπέγραφε το
σενάριο και τη σκηνοθεσία.
Στην ταινία αυτή
έκανε τη μοναδική του κινηματογραφική εμφάνιση ο Αττίκ, ο σημαντικότερος
εκπρόσωπος του ελαφρού ελληνικού τραγουδιού την περίοδο του μεσοπολέμου, που
αυτοκτόνησε λίγους μήνες αργότερα (29 Αυγούστου 1944) χωρίς να προλάβει να δει
την απελευθέρωση της χώρας.
Στο πλευρό του
στα «Χειροκροτήματα» έπαιξαν ο Δημήτρης Χορν, η Ζινέτ Λακάζ, ο Νίκος
Βλαχόπουλος, η Τζένη Σταυροπούλου, Κίμων Σπαθόπουλος, Μιχάλης Δελούδης,
Ευαγγελίου κ.ά.
Η ιστορία είχε
ως εξής:
Ο Αττίκ
υποδυόταν τον Άλφα, ένα πολύ δημοφιλή συνθέτη, ο οποίος όμως βρισκόταν στην
αρχή της δύσης της καριέρας του. Σ’ ένα διαγωνισμό νέων ταλέντων ανακαλύπτει τη
Νόρα, η οποία γίνεται η μούσα του. Κρυφά ερωτευμένος μαζί της, ο Άλφα κάνει τα
πάντα για να την προωθήσει. Όμως ο εγωισμός του καλλιτέχνη δεν του επιτρέπει ν’
αντιληφθεί ότι πλέον η επιτυχία του οφειλόταν κυρίως σ’ εκείνη. Μια παρεξήγηση,
αλλά και η αποκάλυψη ότι ο Άλφα ήταν ερωτευμένος μαζί της, αναγκάζουν τη Νόρα,
που μέχρι τότε είχε φανεί πιστή στο μέντορά της, να τον εγκαταλείψει. Τα χρόνια
περνούν. Ο Άλφα πέφτει στην αφάνεια και αναγκάζεται να εργάζεται ως μουσικός σε
μικρά μαγαζιά κρύβοντας την ταυτότητά του, ενώ η Νόρα γίνεται μεγάλη σταρ.
Βέβαια εκείνη δεν ξεχνά τον άνθρωπο πουν την ανέδειξε. Κι έτσι, όταν τον
εντοπίζει να κάθεται ανάμεσα στο κοινό μιας συναυλίας της, η Νόρα ανεβάζει στη
σκηνή τον Άλφα, ο οποίος γνωρίζει μετά από χρόνια τα θερμά χειροκροτήματα και
την αποθέωση του κοινού, λίγο πριν τον προδώσει η κουρασμένη από τις
ταλαιπωρίες των τελευταίων χρόνων καρδιά του...
Η ταινία ήταν
διανθισμένη από παλιές μεγάλες επιτυχίες του Αττίκ, αλλά κι ένα καινούριο
τραγούδι του με τίτλο «Χωρίς εσένα το μυαλό μου αργεί».
Τα γυρίσματα
φέρονταν ολοκληρωμένα ήδη από τα τέλη Ιανουαρίου 1944, όμως χρειάστηκε η
παρέλευση τριών ακόμα μηνών προτού να προβληθεί για το ευρύ κοινό –από την
πρωτομαγιά της ίδιας χρονιάς στο «Ρεξ».
Ένα μήνα
νωρίτερα, φωτογραφίες του φιλμ είχαν κάνει την εμφάνισή τους στις βιτρίνες της
αίθουσας.
Μετά από μια
δοκιμαστική προβολή για τους δημοσιογράφους, ο Ηρακλής Ρεβεζούλης υπογράμμισε
ότι «τέτοιες προσπάθειες και μάλιστα με
τις σημερινές σκληρές συνθήκες, τιμούν την Ελλάδα και θα ήτο ευχής έργον, να
αποβούν το φωτεινό και ευγενές παράδειγμα προς μίμησι, τόσον εκ σεβασμού και
μόνον προς τον αγνόν και αυθόρμητον ενθουσιασμόν του ελληνικού κοινού για κάθε
ελληνική κινηματογραφική προσπάθεια, όσο και για την εξέλιξι της
κινηματογραφίας στην Ελλάδα».
Ο θεατρικός
συντάκτης της Βραδυνής υπογράμμισε την «τεχνική
αρτιότητα» της ταινίας με φωτογραφία, φωνοληψία και «θαυμάσια ευρήματα του οπερατέρ της, που μόνον σε ευρωπαϊκές ταινίες
βλέπει κανείς».
Το ανυπόγραφο
κριτικό σημείωμα, που δημοσιεύτηκε στη δεκαπενθήμερη θεατρική επιθεώρηση Το
Θέατρο στις 20.05.1944 αναδείκνυε στα θετικά της ταινίας τη «φωτογένεια» της πρωταγωνίστριας Ζινέτ
Λακάζ, η οποία αποδείχτηκε «αποκάλυψη
σωστή για τον κινηματογράφο, που θα μπορέση να προσφέρη πολύτιμες υπηρεσίες σ’
αυτόν», αλλά και την υπόθεση του σεναρίου: «Μακρυά από τις επιπόλαιες ικανοποιήσεις του μεγάλου κοινού, από τους
γλυκανάλατους ρωμαντισμούς, κλείνει μέσα της μια ανθρωπιά, ένα ζωντανό
ανθρώπινο πόθο, που ακόμα δύσκολα βρίσκουμε και σε ξένες ταινίες. Ιστορώντας τη
ζωή ενός καλλιτέχνη κατώρθωσε να μας δώση όλα τα βαθύτερα συναισθήματα, όλες
τις ψυχικές χαρές, λύπες και καταπτώσεις, που μπορεί να νοιώση ένας πραγματικός
καλλιτέχνης».
Ως ένα «πολύτιμο στοιχείο για την κινηματογραφία»
περιέγραψε τον Γ. Τζαβέλα ο Αλέκος Μάλης στην εφημερίδα Καλλιτεχνικός Κόσμος. Ο
ίδιος αποθέωσε τις ερμηνείες των ηθοποιών ως το «κορύφωμα της επιτυχίας» και εξηγούσε:
«Ο Αττίκ αναντίρρητα είναι μεγάλος
καλλιτέχνης που μας απέδειξε πως γι’ αυτόν ο κινηματογράφος δεν έχει κανένα
μυστικό. Η απόδοσή του δεν ήταν απλώς εξαιρετική, ήταν πραγματικά
αριστουργηματική. Ο Δημήτρης Χορν διαρκώς εξελισσόμενος είναι μοναδικός ζεν
πρεμιέ του κινηματογράφου μας. Η πρωταγωνίστρια δ/νίς Ζινέτα Λακάζ είναι μια
μεγάλη αρτίστα που συγκεντρώνει όλα τα προσόντα, και θα αποτελέση σημαντικό
κεφάλαιο για την Ελληνική κινηματογραφία. Ο κ. Νίκος Βλαχόπουλος ήταν
θαυμάσιος, που μπορούμε να πούμε σαν ευρωπαίος αρτίστας στον ρόλο του. Η Τζέννη
Σταυροπούλου [...[ ήταν περίφημη και έπαιξε με τη μεγαλύτερη άνεσι τον ωραίο
ρόλο της. Απέδειξε πως έχει πολλά προσόντα για τον κινηματογράφο ανεξάρτητα από
το ότι ο ρόλος της πήγαινε σαν γάντι. [...]».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου