Τρία ελληνικά σενάρια που φιλοδοξούσαν να γίνουν παγκόσμιες κινηματογραφικές επιτυχίες

Το φθινόπωρο του 1930, η ιδρυθείσα από την Κοινωνία των Εθνών Διεθνής Επιτροπή της διά του κινηματογράφου φιλολογικής και καλλιτεχνικής διάδοσης προκήρυξε παγκόσμιο κινηματογραφικό διαγωνισμό ζητώντας από τα κράτη μέλη της ν΄ αποστείλουν - μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία - μέχρι τρία κινηματογραφικά σενάρια γραμμένα ή μεταφρασμένα στη γαλλική γλώσσα, τα οποία θα αντλούσαν την έμπνευσή τους από τις αρχές της Κοινωνίας των Εθνών και της ειρήνης. Ο νικητής θα κέρδιζε ορισμένο χρηματικό ποσό (450.000 δραχμές εκείνης της εποχής), ενώ θα έβλεπε το σενάριό του να γυρίζεται ως κινηματογραφική ταινία.
Την Ελλάδα εκπροσωπούσε η Εταιρία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, η οποία δεχόταν υποψηφιότητες στα γραφεία της, που βρίσκονταν επί της οδού Βαλαωρίτου 6Α. Η εταιρία θα ξεχώριζε τα τρία καλύτερα και θα τα απέστειλε στην Ελλανόδικο Επιτροπή, η έδρα της οποίας βρισκόταν στο Παρίσι.
Πράγματι, υπήρξε έντονο ελληνικό ενδιαφέρον, ωστόσο η χώρα μας αποτέλεσε την εξαίρεση. Μέχρι την καταληκτική ημερομηνία είχαν υποβληθεί μόλις 18 σενάρια στην Ελλανόδικο Επιτροπή, εκ των οποίων τα 3 ήταν ελληνικά! Η χαμηλή συμμετοχή σε συνδυασμό με το χαμηλό επίπεδο των συμμετοχών οδήγησε την Επιτροπή στην απόφαση να παρατείνει την προθεσμία υποβολής σεναρίων, ζητώντας από τις χώρες να στέλνουν μόνο ένα σενάριο. Με τα ελληνικά σενάρια αποκλεισμένα εξ αρχής, οι ελληνικές εφημερίδες δεν πολυασχολήθηκαν με την έκβαση του παγκόσμιου κινηματογραφικού διαγωνισμού, ο οποίος θα επαναλαμβανόταν και την επόμενη χρονιά, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία και πάλι. 
Ποια ήταν όμως τα σενάρια, που ανεπιτυχώς εκπροσώπησαν την Ελλάδα στον παγκόσμιο κινηματογραφικό διαγωνισμό;

Το ένα από αυτά είχε τον τίτλο "Νικητής" και το είχε γράψει ο θεατρικός συγγραφέας Θ. Συνοδινός.  Αυτή ήταν η περίληψη της ιστορίας:
Στα τέλη του 19ου αιώνα, η κόρη του Γάλλου στρατηγού Λαμπέρ, που είχε έρθει για λίγες μέρες στην Ελλάδα, γνωρίζεται με τον στρατιωτικό ακόλουθο της γερμανικής πρεσβείας, υπολοχαγό Φον Λάουφμαν, με τον οποίο συνδέεται αισθηματικά. Οι δυο του αποφασίζουν να ενώσουν την ζωή τους μπροστά στο επιβλητικό τοπίο των Δελφών, όπου για πρώτη φορά αντήχησε το κήρυγμα της ειρήνης και της συναδέλφωσης των λαών. 
Ο Γάλλος στρατηγός πείθεται να τους δώσει τη συγκατάθεσή του, μόνο όταν ο Γερμανός αξιωματικός υπόσχεται να εγκαταλείψει το στρατό, να εγκατασταθεί στη Γαλλία και να κάνει τα παιδιά του Γάλλους. Ο φον Λάουφμαν δέχεται και μετά το γάμο του εγκαθίσταται στην Καμπανία, όπου ιδρύει μεγάλο εργοστάσιο αρωμάτων. Ζει ευτυχισμένος με την κόρη του στρατηγού, με την οποία αποκτά ένα παιδί. Ο νεαρός φον Λάουφμαν, ο οποίος ονομάζεται Φοίβος σε ανάμνηση των Δελφών, εξελίσσεται σε επιστήμονα και πηγαίνει στην Ινδία για τις σπουδές του. Εκεί, παντρεύεται μια νεαρή Αγγλίδα εν αγνοία των γονιών του. 
Με την κήρυξη του πολέμου το 1914, ο Λάουφμαν κατατάσσεται πάλι στο γερμανικό στρατό. Η γυναίκα του μένει στη Γαλλία και ο γιος του - ως Γάλλος υπήκοος - έρχεται να υπηρετήσει τη Γαλλία εναντίον του πατέρα του. Ο λοχαγός Λάουφμαν, ως γνώστης της γαλλικής, αποστέλλεται κατάσκοπος στο εσωτερικό της Γαλλίας, όπου κλέβει διάφορα έγγραφα. Ανακαλύπτεται όμως και πρόκειται να τουφεκιστεί. Ο γιος του, Φοίβος, βοηθά τον πατέρα του να δραπετεύσει, αφού όμως πρώτα έχει καταστρέψει τα κλαπέντα έγγραφα. Οι άλλοι στρατιώτες καταγγέλλουν τον Φοίβο, ο οποίος τουφεκίζεται από τις γαλλικές αρχές. 
Το δράμα συνεχίζεται στο Παρίσι, όπου κατέφυγε ο στρατηγός Λαμπέρ, φτωχός πλέον, με την κόρη του. Ένα ύποπτο πρόσωπο, ο Γάλλος δημοσιογράφος Γκυγιώ, ερωτεύεται την κυρία Λάουφμαν, την οποία και κατορθώνει να κάνει φίλη του μετά τον αιφνίδιο θάνατο του πατέρα της. Ο πόλεμος τελειώνει και ο Λάουφμαν επιστρέφει στη Γαλλία, όπου πληροφορείται την καταστροφή της οικογένειάς του. Σε στιγμή έξαψης σκοτώνει τον κλέφτη της συζυγικής του ευτυχίας. Στη φυλακή μαθαίνει για πρώτη φορά ότι ο μακαρίτης γιός του ήταν παντρεμένος και ότι είχε ένα παιδάκι. Για χάρη του παιδιού αυτού, του εγγονού του, στου οποίου τις φλέβες ρέει ενωμένο το γαλλικό, το γερμανικό και το αγγλικό αίμα, ζητά την επιείκεια των δικαστών, που τον δικάζουν. Μόνο άνθρωποι σαν κι αυτούς, ζυμωμένοι μέσα στη φρίκη και τον τρόμο του πολέμου, μπορούν ν' αναθρέψουν μια νέα γενιά αφοσιωμένη στην ειρήνη και ικανή να εξυπηρετήσει την ανθρωπότητα και τον πολιτισμό. Κι τελικά ο Λάουφμαν αθωώνεται. 

Το δεύτερο σενάριο έγραψε ο Ηλίας Βουτιερίδης. Είχε τον τίτλο "Αμφικτυονίαι". 
Ήταν ένα σενάριο με καθαρά ιστορική υπόθεση, που εξελισσόταν στα αρχαία χρόνια και συγκεκριμένα στην περίοδο των πολέμων μεταξύ Αιτωλών και Θεσσαλών, οι οποίοι ενέπνευσαν στον Ακρίσιο την ιδέα της ίδρυσης του θεσμού των αμφικτυονιών, μέχρι την εποχή που οι διαρκείς παρασπονδίες και εκτροπές των κατοίκων της Κίρρας επέφεραν τον ιερό πόλεμο, τον οποίο κήρυξε το Συμβούλιο των Αμφικτυονιών πρωτοστατούντος του μεγάλου Αθηναίου νομοθέτη, Σόλωνα. Παράλληλα εξελισσόταν και η ερωτική ιστορία μιας κοπέλας από την Κίρρα και ενός νεαρού χιλίαρχου από τη Σικυώνα. 

Το τρίο ελληνικό σενάριο ήταν μια κωμωδία του Τίμου Μωραϊτίνη με τίτλο "Ο άρχοντας του κόσμου", βασισμένη σε γενικές γραμμές στο ομώνυμο θεατρικό έργο του ίδιου συγγραφέα. Η υπόθεση:
Ο Σατανάς επανέρχεται στους ανθρώπους θεωρώντας ότι αυτοί είναι πλέον έτοιμοι, ώστε να τους κατακτήσει οριστικά. Τελικά διαπιστώνει ότι ναι μεν οι περισσότεροι άνθρωποι τον ξεπέρασαν σε κακία και σε ληστρικές επιθέσεις κατά των πλησίον τους, αλλά ταυτόχρονα οι διαρκώς αναπτυσσόμενες ιδέες υπέρ της ειρήνης και της συμφιλίωσης των λαών "κινδυνεύουν" να καταστήσουν τους ανθρώπους και πάλι ειρηνικούς. Αντιλαμβάνεται, λοιπόν, ότι πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να χτυπήσει το φιλειρηνισμό και να προκαλέσει βαθμιαία μια νέα πολεμική σύγκρουση, ικανή να κάνει όλη την ανθρωπότητα εύκολη λεία για την κόλαση. 
Εγκαθίσταται, λοιπόν, ως Αμερικανός πολυεκατομμυριούχος σε μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, σκορπά αφειδώς χρήματα (τα οποία αποκτά με κλοπές και πλαστογραφίες), γίνεται δεκτός στα καλύτερα σαλόνια και δεν παραλείπει μερικές μικρές ερωτοδουλειές.Ως γραμματέα και βοηθό του έχει έναν παλιό προμηθευτή του στρατού, ο οποίος είχε πλουτίσει κατά τον πόλεμο, αλλά πτώχευσε από τότε πο επικράτησε ειρήνη. Δακτυλογράφος του, όμως, είναι μια εξαιρετικά νόστιμη κόρη αξιωματικού, που πέθανε στον πόλεμο, την οποία και ερωτεύεται. Την χρησιμοποιεί για να κλέψει ένα σχέδιο ειρήνευσης όλων των λαών, που είχε συντάξει ένας πολιτικός της Κοινωνίας των Εθνών. Αλλά η δακτυλογράφος με την ανάγνωση των φιλειρηνικών ιδεών του πολιτικού γίνεται πάλι καλή κοπέλα και εγκαταλείπει το Σατανά για να γίνει υπερασπίστρια της ειρήνης. 
Ο Σατανάς, όταν βλέπει την παλιά δακτυλογράφο του επικεφαλής μιας φιλειρηνικής διαδήλωσης, καταλαμβάνεται από απελπισία. Επιβιβάζεται σ' ένα αεροπλάνο, ανεβαίνει σε ιλιγγιώδη ύψη και από κει κατακρημνίζεται στα Τάρταρα. Είναι η δεύτερη και τελευταία πτώση του πνεύματος του κακού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου