Πέντε
μόνο μέρες πέρασαν από την πρεμιέρα της
επιθεώρησης του Τίμου Μωραϊτίνη στο
θέατρο «Κυβέλης»
και στις 3 Αυγούστου η εφημερίδα Πατρίς
ανακοίνωνε στους αναγνώστες της: «Ο
κ. Λεπενιώτης ετοιμάζεται διά δευτέραν
κινηματογραφικήν εκστρατείαν. Έχει
προτάσεις από το κινηματογραφικό
κατάστημα Λεόνς να παίξη εις τους...
δρόμους μίαν κωμωδίαν. Οι επιθυμούντες
ν' απαθανατισθούν παρακαλούνται την
προσεχή εβδομάδα να παρευρεθούν εις
την οδόν Σταδίου».
Ήταν
ο «Αγαπημένος
των γυναικών»,
η «πρώτη
Ελληνική κωμωδία εις 2 μεγάλας πράξεις»,
όπως διαφημίστηκε, βασισμένη στο ταλέντο
του εξαιρετικά δημοφιλή Τηλέμαχου
Λεπενιώτη, για τον οποίο ο Χρηστομάνος,
ο άνθρωπος που τον πρωτοανακάλυψε και
τον έφερε από την Κέρκυρα στην Αθήνα,
είχε πει ότι «αν
ημπορούσε να παίξη στο Παρίσι, θα βλέπαμε
αν ο Κοκλέν θα στεκότανε στα πόδια του».
Το
όνομα του Λεπενιώτη φαίνεται ότι ήταν
κι ο λόγος που δυο εφημερίδες της εποχής,
η Νέα Ελλάς και η Πατρίς, παρακολούθησαν
από κοντά - σχεδόν μέρα προς μέρα - την
πορεία των γυρισμάτων της ταινίας τον
Αύγουστο του 1915, ώστε είμαστε σήμερα σε
θέση να γνωρίζουμε κάποιες γενικές
λεπτομέρειες, που αλλιώς θα τις αγνοούσαμε,
μιας και η ταινία δεν έχει διασωθεί.
Συνοπτικά,
η πλοκή της ταινίας εξελισσόταν ως εξής:
Όλα
ξεκινούσαν στα γραφεία της... γαλλικής,
πολιτικής εφημερίδας «Ο
Κρότος». Ο
Λεπενιώτης υποδυόταν τον διευθυντή ή
έναν απλό συντάκτη (πιθανότερο είναι
το δεύτερο), ο οποίος ταξίδεψε από τη
Μασσαλία στην Πάτρα κι από κει με τον
πρώτο συρμό του ΗΣΑΠ έφτασε στην Αθήνα.
Επίσης ο Λεπενιώτης ήταν ένας άνδρας
παντρεμένος, αλλά άπιστος. Όμως η σύζυγος
ανακάλυψε τις πομπές του και ακολούθησε
ένα κωμικό... ξεκατίνιασμα στους δρόμους
της Αθήνας. Στο τέλος, ο «αγαπημένος
των γυναικών»
κατέληξε με την ερωμένη του κι ένα σωρό
παιδιά.
Η
σκηνοθεσία ήταν του Λεόνς, ενώ ο Λεπενιώτης
έγραψε το σενάριο και υποδύθηκε τον
κεντρικό ήρωα. Συμπρωταγωνιστές του
ήταν ο Θησεύς ως ο διευθυντής της
εφημερίδας, ο Β. Μακρής υποδυόμενος τον
αρχισυντάκτη, ο Νάκος τον «επί
της ύλης», ο
Ροζάν στο ρόλο ενός ακόμη συντάκτη της
γαλλικής εφημερίδας, την ερωμένη του
Λεπενιώτη υποδύθηκε η Νίνα Κόκκου, ενώ
άλλες γυναίκες ηθοποιοί ήταν η Νέζερ,
η Δημοπούλου, η Παρασκευοπούλου και η
Δελενάρδου.
Η ηθοποιός Νίνα Κόκκου |
ΤΑ
ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ
Το
πρώτο γύρισμα πραγματοποιήθηκε στις 8
Αυγούστου στο θέατρο «Κυβέλης»,
που είχε διαμορφωθεί σ' ένα πρόχειρο,
αυτοσχέδιο στούντιο - το πρώτο, θα
μπορούσαμε να πούμε, στην ιστορία του
ελληνικού κινηματογράφου. Αφαιρέθηκαν
τα καθίσματα από την πλατεία και στήθηκε
το χειμωνιάτικο δάπεδο του θεάτρου, ενώ
γνωρίζουμε - την οπωσδήποτε ασήμαντη
λεπτομέρεια - ότι χρησιμοποιήθηκε
«μενεξελί
σαλόν φερμέ».
Έτσι,
το θέατρο μετατράπηκε στα γραφεία της
φανταστικής εφημερίδας «Ο
Κρότος».
Στη
συγκεκριμένη σκηνή συμμετείχαν ο
Λεπενιώτης, ο Ροζάν, η Δημοπούλου και η
Κόκκου. Ωστόσο, το αποτέλεσμα της πρώτης
ημέρας δεν φαίνεται να ικανοποίησε και
αποφασίστηκε η επανάληψη του γυρίσματος
τέσσερις μέρες μετά. Εν τω μεταξύ, ο
οίκος «Λεόνς»
είχε κινηματογραφήσει εικόνες από την
αττική φύση, που επίσης θα χρησιμοποιούνταν
στην ταινία. Τα γυρίσματα συνεχίστηκαν
για αρκετές ημέρες στο θέατρο «Κυβέλης»,
ενώ στις 14 του μηνός φερόταν να έχει
κινηματογραφηθεί φιλμ μήκους 250 μέτρων
με 35 ταμπλώ.
Στις
16 Αυγούστου γυρίστηκε η σκηνή της άφιξης
των «Γάλλων»
επισκεπτών
στο Ίλιον Πάλλας, όπου ένας υπάλληλος
του ξενοδοχείου τους υποδέχθηκε και
τακτοποίησε τις αποσκευές τους.
Έξω
από την Ελληνογαλλική Σχολή Μεταξά
συνεχίστηκαν τα γυρίσματα την επομένη.
Η Νίνα Κόκκου έψαχνε τον Λεπενιώτη, ο
οποίος είχε εξαφανιστεί σκεπτικός προς
την εκκλησία του αγίου Γεωργίου. Τελικά
τον βρήκε, λίγο προτού εκείνος ανοίξει
την πόρτα της υποτιθέμενης οικίας του
- στην πραγματικότητα ήταν το σπίτι του
Γ. Π. Ράλλη - και του ανήγγειλε μια
ευχάριστη είδηση, που προκάλεσε έκπληξη,
αλλά και ευθυμία στον κεντρικό ήρωα.
Στις
18, τα γυρίσματα συνεχίστηκαν έξω από το
«Πανελλήνιον».
Εκεί, ο πρωταγωνιστής είχε πάει για να
γλεντήσει μαζί με την ερωμένη του, μέχρι
που κατέφθασε η σύζυγός του. Ακολούθησε
σαματάς με ανατροπές καθισμάτων,
τραπεζιών, ποτηριών και δίσκων, ενώ η
απατημένη σύζυγος έσπασε μια ομπρέλα
και γρονθοκόπησε το καπέλο του άπιστου.
Το γύρισμα της σκηνής ξεγέλασε έναν
υπομοίραρχο, ο οποίος έσπευσε για να
συλλάβει τους... ταραξίες, μέχρι που
πληροφορήθηκε τι αληθινά γινόταν. Στο
τέλος ο Λεπενιώτης αποχωρούσε με την
ερωμένη του υπό τα χειροκροτήματα του
συγκεντρωμένου πλήθους. Στη συγκεκριμένη
σκηνή συμμετείχαν οι ηθοποιοί Νέζερ,
Μακρής, Δημοπούλου, Πεταλά και «το
άγνωστον επιστρατευθέν προσωπικόν του
κινηματογραφικού θιάσου Λεπενιώτου».
Μια
ακόμη σκηνή κινηματογραφήθηκε στην
Κολοκυνθού στις 21 Αυγούστου. Αυτήν τη
φορά ο Λεπενιώτης συνοδευόταν από
πενήντα μικρά παιδιά, τα περισσότερα
των οποίων ήταν συγγενείς των ηθοποιών.
Η κινηματογραφική μητέρα τους δεν ήταν
άλλη από τη Νίνα Κόκκου!
ΠΡΟΒΟΛΗ - ΚΡΙΤΙΚΕΣ
«Όσοι
παρέστησαν εις τας πρώτας δοκιμάς,
έμειναν κατενθουσιασμένοι με την
επιτυχίαν που εσημείωσεν η Ελληνική
αυτή ταινία»,
που θα σκόρπιζε «τον
γέλωτα και την ευθυμίαν εις όλην την
πόλιν»,
προανήγγειλε πανηγυρικά η Πατρίς δυο
εβδομάδες πριν την πρεμιέρα του
«Αγαπημένου
των γυναικών».
Η
ταινία προβλήθηκε στο «Παλλάς»
από τις 2 έως τις 6 Δεκεμβρίου 1915 μαζί με
το τρίπρακτο γαλλικό έργο «Ο
πόνος της αγάπης», όμως
πέρασε αδιάφορα από τον τύπο της εποχής
- χωρίς αυτό να προδιαθέτει βεβαίως και
για τη γνώμη των θεατών.
Για
«μεγάλη
επιτυχία»
θα έκανε λόγο η Πατρίς
συμπληρώνοντας υποτονικά ότι «ως
εκτέλεσις ιδίως, αποτελεί αρκετήν
ενθάρρυνσιν διά τον πρωτότυπον
κινηματογράφον».
Από την άλλη, το Έθνος
περιορίστηκε
να επαινέσει τον «συμπαθέστατο
ηθοποιό»
Μακρή, ο οποίος «έπαιξε
θαυμάσια».
Από τις υπόλοιπες
εφημερίδες υπήρξε... σιωπή, πιθανότατα
γιατί κανείς άλλος δεν έμεινε το ίδιο
εντυπωσιασμένος ή δεν θεώρησε σκόπιμο
να δημοσιοποιήσει την προσωπική του
άποψη.
Αντίθετα,
διθυραμβικό χαρακτήρα είχαν οι
διαφημιστικές καταχωρήσεις του
κινηματογράφου «Παλλάς». «Ο Λεπενιώτης,
ο αγαπημένος των Αθηνών καλλιτέχνης,
αγαπημένος των γυναικών ετιμήθη με το
παραπάνω από το ωραίον φύλον, το οποίον
επλήρωσε ασφυκτικώς μέχρι του μεσονυκτίου
την ευρυτάτην αίθουσαν του πολυτελέστατου
θεάτρου», έγραφαν οι στήλες
δημοσίων θεαμάτων των εφημερίδων την
επομένη της πρεμιέρας.
*
* *
Αξίζει
να αναπαράξουμε στο σημείο αυτό και δύο
αποσπάσματα από άρθρο του Π. Ροδοκανάκη,
όπως δημοσιεύτηκε στο Έθνος τον Ιούλιο
του 1914, αφιερωμένο αποκλειστικά στον
Τηλέμαχο Λεπενιώτη, που εκείνη την
περίοδο βρισκόταν ίσως στο απόγειο της
καριέρας του.
Σχετικά
με την εξωτερική του εμφάνιση: «Από
το νησί με τας ενετικάς παραδόσεις, ο
κωμικός μας επροικίσθη με όλα τα χαρίσματα
του πολιτισμένου. Η ασφάλεια με την
οποία το ψηλό καπέλλο κάθεται εις το
πεπόνι, που ο Λεπενιώτης με το να το
στολίζη με χωρίστραν, το κάμνει να
φαντάζη για κεφάλι, μαρτυρεί δι' όλα
αυτά. Περίεργος κεφαλή, τη αληθεία, όπως
θα έλεγεν ένας κρανιοσκόπος. Μικρό
κούτελο στενό και τόσον κυρτόν, ώστε θα
ημπορούσε να υποστηρίξη κανείς ότι η
μύτη του καλλιτέχνου αρχίζει από τα
μαλλιά του. Ίσως δι' αυτό του είνε τόσον
ισχυρά η όσφρησις, που τον ανέδειξε το
μεγαλείτερο λαγωνικό εις το να κυνηγά
και να γραπώνη τας επιτυχίας».
Τα
φιλάνθρωπα αισθήματά του και η υποδοχή
που του επιφύλασσαν οι ζητιάνοι, οι
οποίοι συχνά υποδέχονταν τον Λεπενιώτη
έξω από το αγαπημένο του στέκι, το
«Πανελλήνιον»:
«Όλα
τα στίφη των ζητειάνων που του κάνουν
εκεί καρτέρι από πολλής ώρας, θα
εγκαινιάσουν μίαν παρέλασιν γυμνών
κομμένων χεριών, ματιών αδειανών,
ποδαριών τσακισμένων. Ολόκληρος η
παρέλασις του πόνου και της καταστροφής
καλλισπερίζουσα οικείως τον φίλον της,
αγκωμαχώσα, οιμώζουσα, στενάζουσα,
επιδεικνυομένη, όλα δε αυτά, ολίγα
λεπτά,, προτού ο Βασιλεύς του γέλωτος
αναβή εις την σκηνήν. Δος του δεκάρες ο
Τηλέμαχος, δεξιά και αριστερά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου