Το
Φεβρουάριο του 1930, σε κλειστό κύκλο
στον κινηματογράφο «Ούφα Πάλας» προβλήθηκε μια δοκιμαστική φωνητική ταινία, που
παρουσίαζε τον τενόρο Επιτροπάκη να τραγουδάει την «Καρμέλα». Η ταινία είχε
γυριστεί από τον οπερατέρ Ζόζεφ Χεπ, ο οποίος διέθετε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για
ένα δικής του κατασκευής σύστημα προβολής ηχητικών και ομιλουσών ταινιών κατά
το σύστημα των φωνογραφικών πλακών.
Περίπου
εφτά μήνες αργότερα, στις 24 Σεπτεμβρίου 1930, στον κινηματογράφο «Ατλαντίς» των Εξαρχείων έγινε η
πρώτη δημόσια επίδειξη αυτής της εφεύρεσης με την προβολή δύο ομιλουσών ταινιών
μικρού μήκους, τις οποίες είχε κατασκευάσει η
«Παγχριτόν-Φιλμ» υπό την εποπτεία του ηθοποιού Γ. Καμβύση με οπερατέρ τον Ζόζεφ
Χεπ. Σύμφωνα με όσα δημοσιεύτηκαν στον τύπο, πρώτα είχε γίνει η ηχογράφηση των
φωνών σε στούντιο και ακολούθησε το γύρισμα των σκηνών σε εξωτερικούς χώρους.
Στη μία ταινία, μήκους 160 μ., ο
Χεπ κινηματογράφησε το βαρύτονο Γιάννη Αγγελόπουλο να τραγουδάει τον «Κατάδικο»
του Νίκου Χατζηαποστόλου πίσω από τα κάγκελα της φυλακής!
Η δεύτερη (μήκους 120 μ.) ήταν
μια κινηματογραφική μεταφορά της δημοφιλούς σκηνής «Καμαριέρα και μανάβης» (ή
«Μανάβης και δούλα») του Καπετανάκη, όπως είχε παρουσιαστεί στην επιθεώρηση
«Λοβιτούρα» της προηγούμενης χρονιάς και μάλιστα είχε ηχογραφηθεί και σε
δίσκους γραμμοφώνου. Η στοιχειώδης υπόθεση αφορούσε το φλερτ μιας καμαριέρας
μ’ ένα μανάβη, που περνούσε με το γάιδαρό του έξω από το σπίτι όπου εκείνη
εργαζόταν. Στην ταινία πρωταγωνιστούσαν και τραγουδούσαν ο Καμβύσης και η Σοφία
Βερώνη.
Διθυραμβικά ήταν τα
σχόλια των εφημερίδων. Για συγχρονισμό «τελειότατο και εφάμιλλο των
ευρωπαϊκών ταινιών» έγραψε η Εσπερινή, που δεν παρέλειψε να επαινέσει το «δαιμόνιο» του Χεπ.
«Ιδεώδη» βρήκε η Πρωία τη φωνή του Αγγελόπουλου και αναρωτιόταν: «Οφείλεται
τούτο εις το μέταλλον της φωνής του καλλιτέχνου ή εις την τελειότητα του
μηχανήματος;». Όμως και η δεύτερη ταινία ήταν «άρτια» ως προς το φωτισμό και τη φωτογραφία, ενώ «πολύ επιτυχής» αξιολογήθηκε ο
συγχρονισμός κίνησης και φωνής, η δε φωνή του Καμβύση, όταν τραγούδησε,
ακουγόταν «όπως και στο θέατρο. Τόση φυσικότης καταπλήσσει»!
«Η δοκιμή αυτή μας αφήκε, πράγματι, εξαιρετικήν εντύπωσιν και μας έδωκε να καταλάβουμε ότι πολύ γρήγορα θα ιδούμε ταινίες που όχι μόνον να μπορέσουν να... σταθούν πλάι στις ξένες αλλά και να υπερτερήσουν σε μερικά σημεία, αν βέβαια μεσολαβήσουν όλες οι ευνοϊκές συνθήκες λ.χ. μεγάλα κεφάλαια και πολλά άλλα στα οποία εμείς οι Έλληνες, εν αντιθέσει με τους ξένους, δεν δίδουμε σημασία» σχολίαζε η Πατρίς, παρατηρώντας ωστόσο ότι ο Χεπ ήταν «απογοητευμένος» ως προς τις ευνοϊκές αυτές συνθήκες. Η εξέλιξη του ελληνικού κινηματογράφου κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια θ’ αποδείκνυε ότι δεν ήταν αβάσιμη η απαισιοδοξία του...
[Η ανάρτηση ενημερώθηκε σύμφωνα με την τρίτη έκδοση του βιβλίου «Οι πρώτες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου», που μπορείτε να διαβάσετε στο: https://protestainies.blogspot.com/p/2025.html]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου